Ο κύβος λοιπόν ερρίφθη: Μετά από αναβολές, φιλολογία και παραφιλολογία, την Κυριακή 18/11, στις 20:00 ακριβώς στο Γήπεδο 4 του Ελαιώνα θα δοθεί το εναρκτήριο λάκτισμα στη 2η έκδοση του νεαρού θεσμού του Attica Cup.
Με όλο τον σεβασμό στη βραχύβια αλλά αγνή και γεμάτη φίλαθλα αισθήματα ιστορία του νεοπαγούς θεσμού, η Μάχη της Κυριακής αποτελεί και για τις δύο ομάδες ένα ξεχωριστό στοίχημα, μια πρόκληση που -τουλάχιστον- η μία ομάδα περίμενε έναν ολόκληρο χρόνο για να αντιμετωπίσει.
Φέτος οι αντίπαλοι του ΑΟΠ αισθάνονται πιο έτοιμοι από ποτέ να κατακτήσουν το τρόπαιο, έχοντας χτίσει μία ακόμη πιο αξιόμαχη ομάδα σε σχέση με πέρυσι. Για την ιστορία, η Ολυμπιάδα ιδρύθηκε το 1986 στα Χανιά της Κρήτης, απότοκος της παιδικής φαντασίας του σημερινού «μονοκράτορά» της Μιχάλη Σειραδάκη και της άδολης αγάπης του για το «όμορφο παιχνίδι». Στην πολύχρονη διαδρομή της έχει να επιδείξει πάμπολλες τοπικές επιτυχίες και τη δημιουργία ενός πολύ ισχυρού ονόματος στην πόλη καταγωγής της. Η αναβίωσή της στην Αθήνα, πριν από λίγα μόλις χρόνια σηματοδότησε τη νέα προσπάθεια του Μ. Σειραδάκη για ανασύσταση του «μύθου» της. Με τις φετινές μάλιστα προσθήκες εκπροσώπων της παλαιάς φρουράς αλλά και νέων αξιόλογων μονάδων, φιλοδοξεί να κατακτήσει τον πρώτο της τίτλο στην Αθήνα, παίρνοντας τη ρεβάνς για το περσινό διπλό «χαστούκι» από τον ΑΟΠ.
Την ίδια ώρα, στο στρατόπεδο των «πληγωμένων» Αχαιών, τη «μουδιασμένη» αρχή στο Πρωτάθλημα έρχεται να διαδεχθεί η μακρά λίστα απουσιών από το ματς της Κυριακής. Ο τραυματισμός του νέου αρχηγού Κώστα Πάτση στο «καταραμένο» ματς της περασμένης Τετάρτης περιπλέκει σε τακτικό αλλά και ψυχολογικό επίπεδο τα πράγματα για τους κατόχους του τίτλου. Όλα αυτά μάλιστα έρχονται ως «κορωνίδα» σε μία πολύ «περίεργη» εβδομάδα, γεμάτη πολυεπίπεδες εντάσεις, αντεγκλήσεις και κλίμα «διαδικτυακού ψυχρού πολέμου» με τους Χανιώτες αντιπάλους. Η όλη ατμόσφαιρα δεν θυμίζει σε τίποτε φιλικό ματς, ενώ και οι χθεσινές επίσημες τοποθετήσεις της Ολυμπιάδας για «αλαζόνες, πολυλογάδες και προκλητικούς Αιγειράτες» έρχονται να δυναμιτίσουν ακόμη περισσότερο το όλο κλίμα.
Βεβαίως, μια τέτοια ατμόσφαιρα μόνο πρόβλημα δεν είναι για τους πολύπειρους παίκτες του ΑΟΠ, ιδιαίτερα μέσα στο «σπίτι» τους. Αντιθέτως, το άγχος και οι άσχημες αναμνήσεις θα πρέπει ήδη να καταβάλλουν το μυαλό των «μπλε», αρκετοί εκ των οποίων δεν έχουν συνειδητοποιήσει τι θα πει Παναιγειρατικός, παρά τις διηγήσεις των παλαιοτέρων συμπαικτών τους.
Όπως είναι γνωστό σε όλους, για εμάς, εδώ, στον Παναιγειρατικό, το ποδόσφαιρο δεν αποτελεί απλά ένα παιχνίδι. Αν υπάρχει κάτι που μας ξεχωρίζει από την κυριακάτικη αντίπαλό μας και από τις περισσότερες ομάδες ανάλογου επιπέδου και βεληνεκούς δεν είναι τόσο η εντός αγωνιστικών χώρων λατρεία της «στρογγυλής Θεάς». Αυτό που καθιέρωσε τον ΑΟΠ στις συνειδήσεις όλων των πρώην του αντιπάλων, που τον κατέστησε αναγνωρίσιμο σε όλες τις διοργανώσεις που έχει συμμετάσχει είναι η πρωτοφανής πολυεπίπεδη αγάπη για το ποδόσφαιρο όχι ως παιχνίδι αλλά ως κοινωνικό θεσμό, με τις θετικές και αρνητικές του ιδιαιτερότητες, μέσα αλλά και έξω από το γήπεδο, εκεί όπου συνήθως το «παιχνίδι» παίζεται πολύ διαφορετικά και σίγουρα δεν είναι για όλους. Ο ρομαντισμός ουδέποτε κατοικούσε στον Ελαιώνα καθώς είναι αλλεργικός στο καυσαέριο του Κηφισού. Αντίθετα, η ηρεμία και το οξυγόνο του Αμαρουσίου συνθέτουν ένα πολύ ποιο φιλικό περιβάλλον για τέτοιου είδους συναισθηματισμούς.
Για εμάς, εδώ, στον Παναιγειρατικό, η μπάλα παίζεται όπως ακριβώς παιζόταν στην Αιγείρα τη δεκαετία του ’90. Με βαθύ και έμπρακτο σεβασμό για τον αντίπαλο, αλλά και λεκτικά «πειράγματα», συνεχή mind games, όπως ακριβώς συνέβη και κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας. Ο ΑΟΠ στο πρόσφατο ιδίως παρελθόν του έχει ζήσει (και αρκετές φορές δημιουργήσει) ευάριθμες παρεξηγήσεις εντός και κυρίως εκτός αγωνιστικών χώρων. Έχει όμως αποδειχθεί και η ικανότητα αυτής της μικρής ποδοσφαιρικής κοινωνίας να απαντά στις προκλήσεις, να διευθετεί τις παρεξηγήσεις και να βρίσκει λύσεις στα αδιέξοδα. Άλλωστε, στο τέλος -μ’ έναν μαγικό τρόπο- όλα, ακόμη και τα πιο αρνητικά φορτισμένα ή δυσοίωνα γεγονότα, «δουλεύουν» για λογαριασμό των Αχαιών.
Η σημερινή ομάδα, παρά τις μηδενικές προσθήκες στο ρόστερ, παρά τις αλλαγές στο τεχνικό επιτελείο και κυρίως, παρά τη φοβερή κακοδαιμονία των τελευταίων ημερών, με τους συνεχείς τραυματισμούς και τις απουσίες, καλείται να πράξει αυτό που ξέρει καλύτερα: να επιβιώσει, να παλέψει με κάθε ικμάδα της δύναμής της και να επικρατήσει, «δια πυρός και σιδήρου», κάθε αντιπάλου της, όσο «φιλικού», όσο δυνατού κι όσο ομιλητικού κι αν είναι στο δρόμο για του Ρέντη…
Ίσως αυτή η δυνατότητα για επιβίωση, αυτό το ακαταμάχητο σύνδρομο αυτοσυντήρησης, να είναι γραμμένο στο DNA αυτής της ομάδας, διαχρονικό κληρονομικό χαρακτηριστικό των κατοίκων του τόπου καταγωγής του Ομίλου. Ως σχετικό επιμύθιο αυτού του άρθρου αλλά και ολόκληρης της ιστορίας του ΑΟΠ, αξίζει να παρατεθεί η διήγηση του Παυσανία για το πώς προήλθε κι εμπεδώθηκε το όνομα του τόπου μας, της Αιγείρας. Ο μύθος λοιπόν θέλει την ομηρική Υπερησία, μικρή και περήφανη πόλη της Αχαΐας, που κατά την Ιλιάδα είχε στείλει δυο πλοία στην Τροία, να πολιορκείται από τον παντοδύναμο στρατό των Σικυωνίων. Οι εχθροί, υπερφίαλοι και αλαζόνες, αισθάνονται βέβαιοι για την επικράτησή τους μέσα στο ίδιο το απόρθητο «κάστρο» των Αχαιών. Δεν υπολογίζουν όμως ένα βασικό παράγοντα της μάχης: Για τους ολιγάριθμους και πληγωμένους πολεμιστές της πόλης, το μυαλό μετρά πιο πολύ από τους αριθμούς. Και το βράδυ πριν την τελική μάχη, οι πολιορκημένοι αποτολμούν το παράτολμο σχέδιό τους: ανοίγουν τις πύλες του κάστρου και αφήνουν ένα μεγάλο κοπάδι κατσικιών με αναμμένα δαδιά δεμένα στα κεφάλια τους, να κατηφορίσουν με ορμή και θόρυβο την πλαγιά του λόφου. Οι Σικυώνιοι, αιφνιδιασμένοι ξυπνούν από τον λήθαργο της νύχτας και της άγνοιάς τους βλέποντας μια κατάφωτη «στρατιά» να τρέχει εναντίον τους. Ο περήφανος και ανίκητος εχθρικός στρατός που είχε ταξιδέψει μέχρι εκεί βέβαιος για τη νίκη, τρέπεται σε άτακτη φυγή, γι' άλλη μία φορά...
Η Υπερησία γίνεται Αιγείρα για χάρη των αιγών και οι αλαζόνες εχθροί φεύγουν με σκυμμένο το κεφάλι, ηττημένοι, όχι από την κοφτερή λεπίδα των αχαϊκών σπαθιών, αλλά από την πολυμήχανη ισχύ του μυαλού τους, την αγάπη για τον τόπο τους, την έμφυτη περηφάνια τους, την προσαρμοστικότητά τους στις δυσκολίες της στιγμής, την άρνησή τους να παραδώσουν στον εχθρό τη Νίκη, παρά τις απώλειες, παρά τα αντικειμενικά μειονεκτήματα και τις δυσοίωνες συγκρίσεις.
Τα συμπεράσματα και οι προβολές της μυθικής διήγησης στη σημερινή πραγματικότητα επαφίενται στον κάθε αναγνώστη, οποιασδήποτε οπαδικής απόχρωσης.